Ενδεχομένως όλοι έχουμε προσέξει στα ονόματα των εταιρειών να περιλαμβάνονται συχνά λέξεις όπως limited, περιορισμένη ευθύνη ή τα αρχικά Ltd και PLC (για την Ελλάδα ΑΕ, ΕΠΕ & ΙΚΕ). Ενδεχομένως και πάλι πολλές φορές να έχουμε νιώσει αδικία, στο άκουσμα ειδήσεων αναφορικά με τη χρεοκοπία εταιρειών και τις συζητήσεις για απλήρωτους εργαζόμενους. Είναι σχεδόν κοινή αντίληψη ότι όσοι βρίσκονται πίσω από κάθε εταιρεία, όταν πάει κάτι στραβά, πρέπει να βάζουν το χέρι στην τσέπη.
Η παραπάνω θέση ενεργοποιεί μια ιδιαίτερη προβληματική: Ας αναλογιστούμε μια «συνηθισμένη» οικογένεια, η οποία παράλληλα με κάποιους προθεσμιακούς ή αποταμιευτικούς λογαριασμούς, αφιέρωσε τις λοιπές της αποταμιεύσεις στην αγορά μετοχών κάποιων δημοφιλών εταιρειών (κατά πασά πιθανότητα μέσω κάποιας απρόσωπης χρηματιστηριακής αγοράς). Ας φανταστούμε, ότι η μια εταιρεία ενεπλάκη σε ένα τεράστιο περιβαλλοντολογικό σκάνδαλο και της έχει επιβληθεί ένα τόσο μεγάλο πρόστιμο, που η εταιρεία πτώχευσε. Οφείλει αυτή η οικογένεια να πληρώσει τους υπαλλήλους και τους προμηθευτές, της εταιρείας, από το όποιο υστέρημά της; Θα πρέπει να υποστεί πλήρη κατάσχεση των περιουσιακών της στοιχείων;
Μιλώντας με αριθμούς οι καταχωρημένες επιχειρήσεις στην Κύπρο το 2014 ήταν 49.121 από τις οποίες οι 30.284 Ιδιωτικές και Δημόσιες Εταιρείες Περιορισμένης ευθύνης. Μέχρι και τον Απρίλιο του 2016, οι Ιδιωτικές Εταιρίες Περιορισμένης Ευθύνης στο Βρετανικό Μητρώο ήταν 3.524.747 και αντιστοιχούσαν στο 92,7% του συνόλου του μητρώου, όταν οι «αντίστοιχες» Ιδιωτικές Απεριόριστης Ευθύνης ήταν μόλις 4.601. Η αλήθεια είναι ότι στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η πρωτοκαθεδρία της Περιορισμένης Ευθύνης δεν είναι στον ίδιο βαθμό ξεκάθαρη. Ενδεικτικά το 2013 από τις 25.861.315 καταγεγραμμένες νομικές οντότητες, μόλις οι 9.080.361 εξ αυτών ήταν οργανισμοί περιορισμένης ευθύνης. Ωστόσο εύκολα κανείς θα μπορούσε να ισχυριστεί, ότι αυτό οφείλεται σε λανθασμένες νομικές, οικονομικές και λογιστικές αντιλήψεις των κρατών-μελών, αφού απέτρεπαν τη δημιουργία τέτοιων νομικών μορφών, απαιτώντας από αυτές π.χ. την τήρηση πολύπλοκων και λεπτομερειακών λογιστικών βιβλίων.
Αν οι πολίτες έχουν μόνο μερικούς λόγους να είναι καχύποπτοι έναντι της πραγματικότητας των εταιρειών, οι πολίτες εκεί που θα επιλέξουν το επιχειρείν δεν έχουν κανένα λόγο, να μην προτιμήσουν μια εταιρεία με ανεξάρτητη νομική προσωπικότητα και περιορισμένη ευθύνη.
Παρόλο που η εδραίωση των κεφαλαιουχικών εταιρειών, αν ονομάσουμε έτσι τις εταιρείες τύπου Ιδιωτικής ή Δημόσιας Εταιρείας, δεν είναι απολύτως …απόλυτη. Οι τάσεις της διεθνούς αγοράς και οι νέες επιλογές για τη σύσταση τέτοιων αλλά μονοπρόσωπων εταιρειών, μαρτυρούν την επικείμενη ηγεμονία της κουλτούρας αυτής.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει σταδιακά βήματα προς την κατεύθυνση ότι η νομική νόρμα της εκάστοτε εταιρείας δεν καταδεικνύει εκ των προτέρων την πολυπλοκότητα των σκοπών ή το εύρος και την ένταση των δραστηριοτήτων. Ενδεικτικά η οδηγία 2013/34/EE εναρμονίζει κάποιες από τις υποχρεώσεις των εταιρειών, ανεξαρτήτως του νομικού είδους της εταιρείας. Αντίθετα η εναρμόνιση είναι βάσει πραγματικών μεγεθών, όπως ο κύκλος εργασίας.
Η ιδιότητα της ανεξάρτητης νομικής προσωπικότητας των εταιρειών και το εργαλείο της περιορισμένης ευθύνης, τροφοδοτεί με ευελιξία και ασφάλεια όχι μόνο τους «μεγάλους επιχειρηματίες», αλλά οιονδήποτε ελεύθερο επαγγελματία ή έμπορο.
Εξετάζοντας το ζήτημα από τον πυρήνα του και υιοθετώντας φιλοσοφικές ή ηθικές σχολές σκέψης, διαπιστώνουμε ότι οι κίνδυνοι των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης είναι όμοιας δυναμικής με τους κίνδυνος των εταιρειών απεριόριστης ευθύνης, και ότι και στις δυο περιπτώσεις χρειαζόμαστε την επικουρική συνδρομή της νομοθεσίας και των δικαστηρίων. Διαφορετικά θα έχουμε άδικα αποτελέσματα, για τους μετόχους και την κοινωνία.
H σημασία της περιορισμένης ευθύνης για τις καπιταλιστικές κοινωνίες είναι δεδομένη και αρκεί να αναλογιστούμε λίγο ότι, ένας επιχειρηματίας, ένας ελεύθερος επαγγελματίας, ένας «μαγαζάτορας» και ο οποιοσδήποτε που αναλαμβάνει την οποιαδήποτε επιχειρηματική και ιδιωτική πρωτοβουλία, να ρισκάρει τα πάντα …και όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε όχι μόνο τα χρήματά του, αλλά και την πιθανότητα να «ξεπουλήσει» όλα του τα υπάρχοντα, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τους προμηθευτές του, τους συνεργάτες του και τους δανειστές του, και αν ούτε και αυτό δεν είναι αρκετό, τότε να απειλείται ακόμη και η προσωπική του ελευθερία. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, πόσοι θα ήταν διατεθειμένοι να ξεκινήσουν μια επιχείρηση;
Στη μελέτη που ακολουθεί εξιστορώ την ωρίμανση της εταιρικής πραγματικότητας, μια μη αναμενομένη «αντιπαλότητα» μεταξύ Adam Smith και Karl Marx. Αναπτύσσεται η ηθική και η νομική θέση του επιχειρηματία, και ποιες είναι οι αποδεκτές (πια) εξαιρέσεις.